17.12.08

Philoxenia...

Με αφορμή την αυριανή Παγκόσμια Μέρα του Μετανάστη αντιγράφω την κοινή δήλωση 14 εκπροσώπων μεταναστευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα με τίτλο «ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΛΙΑΤΣΙΚΟΛΟΓΟΙ. ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ.»

«Εκπροσωπώντας τις κοινότητές μας, συνυπογράφουμε την ακόλουθη δημόσια δήλωση:

Τις τελευταίες μέρες κάποια μέσα ενημέρωσης προβάλλουν σκηνές ορισμένων εξαθλιωμένων μεταναστών που λεηλατούν μαγαζιά αφού προηγουμένως κάποιοι είχαν σπάσει τις προθήκες τους. Φοβόμαστε πως αυτά τα ρεπορτάζ μπορεί να παρεξηγηθούν από έλληνες πολίτες που ενδεχομένως να σχηματίσουν τη γνώμη ότι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζούμε εδώ είμαστε εγκληματίες. Δηλώνουμε πως η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών και των προσφύγων δεν είμαστε ούτε πλιατσικολόγοι, ούτε εγκληματίες. Είμαστε ειρηνικοί άνθρωποι, εργάτες και εργάτριες, φοιτητές, μαθητές, μικρά παιδιά που θέλουμε να ζήσουμε μια ζωή με αξιοπρέπεια και ίσα δικαιώματα στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Μη μας στερήσετε αυτή την ευκαιρία, μη μας καταδικάσετε για άλλη μια φορά στη φτώχεια, την εξαθλίωση και το περιθώριο. Γι’ αυτά είναι που αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τις χώρες προέλευσής μας.

Όμως η Ελληνική Κυβέρνηση συνεχίζει να αρνείται τα χαρτιά σε πάρα πολλούς μετανάστες, άσυλο στους πρόσφυγες, υπηκοότητα στα παιδιά μας που ζουν και σπουδάζουν εδώ. Η Ελληνική Αστυνομία, πολλές φορές μας φέρεται ρατσιστικά και βάναυσα, στο Τμήμα Αλλοδαπών, στα Σύνορα και στους δρόμους των πόλεων.

Γι’ αυτό, την Πέμπτη 18 Δεκέμβρη, ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗ, μετανάστες και πρόσφυγες κατεβαίνουμε στους δρόμους στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη. Στην Αθήνα διαδηλώνουμε μαζί με 40 αντιρατσιστικές οργανώσεις, οργανώσεις νεολαίας και δικαιωμάτων. Διαδηλώνουμε δυναμικά και ειρηνικά για τα δικαιώματα που η Ελληνική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Ένωση μας αρνούνται συστηματικά. Για να αποδείξουμε στην Κοινωνία πως οι μετανάστες έχουν δημόσια φωνή και αξιοπρέπεια.

Καλούμε τους Φοιτητικούς και Μαθητικούς Συλλόγους που αγωνίζονται αυτές τις μέρες στους δρόμους, τα Ελληνικά Συνδικάτα, τις Δημοτικές Αρχές, όλους τους έλληνες πολίτες να κατέβουν μαζί μας στο δρόμο:

Όλοι την Πέμπτη 18 Δεκέμβρη, στις 5 το απόγευμα, στο Σύνταγμα, έξω από τη Βουλή».

Στο σχετικό σχέδιο νόμου που ψήφισε πριν λίγες μόλις μέρες η Ελληνική Κυβέρνηση, τα παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα και εφόσον οι γονείς τους παραμένουν στη χώρα νόμιμα παίρνουν την άδεια του «επί μακρόν διαμένοντος»… Η λογική, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσαν επίμονα να χορηγηθεί η ελληνική ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών. Ο «αρμόδιος» κύριος Προκόπης Παυλόπουλος δήλωσε πανηγυρικά ότι η ρύθμιση του «επί μακρός διαμένοντος» είναι ένα μέτρο ένταξης των παιδιών…

Όμως, αναρωτιέμαι… Τα παιδιά που μεγάλωσαν στην Ελλάδα δεν είναι ενταγμένα στην κοινωνία της; Τι τα διαχωρίζει από τους συμμαθητές και φίλους τους που έτυχε να έχουν Έλληνες γονείς; Γιατί τα διαχωρίζει; Σε ποια κοινωνία είναι ενταγμένα αυτά τα παιδιά; Μήπως στην κοινωνία των χωρών των γονιών τους, την οποία δεν έχουν δει ποτέ και για την οποία είναι επίσης ξένα; Γιατί δε δίνουμε μια πατρίδα, ένα μέλλον σ’ αυτά τα παιδιά; Τι κακό έχουν κάνει σ’ αυτόν τον κόσμο και τα θεωρούμε παράνομα, έρμαια των «παιχνιδιάρικων διαθέσεων» κάθε αστυνομικού; Είναι τόσο δύσκολο για μια χώρα όπως η Ελλάδα, που κάποτε έχτισε το μέλλον της μέσω των δικών της μεταναστών, να αποδώσει την ελληνική ιθαγένεια στα παιδιά που γεννιούνται και μεγαλώνουν στο έδαφος της..;

Παιδιά μεταναστών… Παιδιά - φαντάσματα, πολίτες β’ κατηγορίας, οι μελλοντικοί περιθωριακοί, γιατί κάποιος υπουργός έτσι το διάλεξε… Σήμερα δεν μπορούν να βγάλουν χαρτιά νομιμότητας, δεν μπορούν να ταξιδέψουν, δεν μπορούν να εργαστούν, δεν μπορούν να ονειρευτούν. Φόβος και ανασφάλεια… Σύμφωνα με το νόμο μπορεί ν’ απελαθούν και να χωριστούν από τις οικογένειές τους που ζουν νόμιμα στην Ελλάδα. Η παιδική απορία γίνεται κοινωνική παράνοια. Αύριο, ο θυμός τους θα ξεσπάσει στην κοινωνία, ήδη ξεσπάει...

Τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα, χιλιάδες μαθητές διαδηλώνουν στους δρόμους, κάτι θέλουν να πουν στην κοινωνία που έφτιαξαν ή ανέχτηκαν οι γονείς τους. Μεταξύ των μαθητών βρίσκονται και παιδιά μεταναστών… Μαθητές - ταραξίες, μετανάστες - πλιατσικολόγοι, παιδιά μεταναστών - «επί μακρόν διαμένοντα», όλοι «φιλοξενούμενοι» σε μια «αφιλόξενη» κοινωνία που ρυθμίζεται από κανόνες που ορίζουν ανόητες κυβερνήσεις…


13.12.08

Η χώρα των βιρτουόζων

Η γενικευμένη αντιπάθεια ενός μεγάλου -και σε γενικές γραμμές φιλήσυχου- κομματιού της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην αστυνομία δεν οφείλεται σε κάποια ευρεία «αντιεξουσιαστική» τάση των Ελλήνων, όσο στην ιδιαίτερη σχέση αστυνομίας-πολιτών (και κατ’ επέκταση κράτους-πολιτών) στη χώρα μας. Κατά τη διάρκεια της επαφής του αστυνομικού με τον πολίτη το κεντρικό ερώτημα δεν είναι «ξέρεις τι λέει ο νόμος;», αλλά «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Και εκεί που οι σχέσεις είναι προσωπικές, το ίδιο συμβαίνει και με τις αντιπάθειες.

Επειδή η σχέση είναι προσωπική και μόνο αχνά διαμεσολαβείται από κανόνες, η επίκληση του νόμου -αυτού του ουδέτερου γραφειοκρατικού κατασκευάσματος που έχει φτιαχτεί για να ξεπερνά τις προσωπικές σχέσεις- θεωρείται εν μέρει και ως εκδήλωση «δειλίας» ή «ανικανότητας». Τόσο οι αστυνομικοί όσο και οι πολίτες έχουμε έμφυτη τη στάση που αποτυπώνεται στο χαρακτηριστικό: «Άσε να το χειριστώ εγώ». Το οποίο δεν σημαίνει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο, απ’ το ότι η εξέλιξη της κατάστασης δεν είναι αμετάκλητη (ένεκα του νόμου), αλλά επιδέχεται χειρισμών, αρκεί να ξέρεις να τους κάνεις. Η επίκληση του νόμου είναι η ύστατη λύση και συχνά υποδηλώνει ότι εκείνος που τον επικαλείται στερείται κάποιων βασικών χαρισμάτων που θα του επέτρεπαν να επιβιώσει και χωρίς αυτόν.

Αυτή η έλλειψη σαφώς καθορισμένων ορίων σημαίνει ότι ο Έλληνας αστυνομικός έχει πολύ μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα χειριστεί το ρόλο του, σε σχέση με το μέσο Ευρωπαίο συνάδελφό του, αλλά ταυτόχρονα στερείται ένα μέρος της νομιμότητας που απολαμβάνουν οι τελευταίοι. Αν για παράδειγμα αποκαλέσεις «μαλάκα» έναν Βρετανό αστυνομικό θα βρεθείς δεμένος χειροπόδαρα στο άψε-σβήσε, ανεξαρτήτως του ποιος είναι ο αστυνομικός (ως άνθρωπος) που βρίσκεται απέναντί σου. Για αυτό το λόγο και οι Βρετανοί δεν διανοούνται να το κάνουν, παρά μόνο όταν είναι μεθυσμένοι, δηλαδή όταν δεν έχουν το μυαλό στο κεφάλι τους. Αν, πάλι, αποκαλέσεις «μαλάκα» έναν Έλληνα αστυνομικό τότε κανείς δεν μπορεί εκ των προτέρων να προβλέψει τι θα επακολουθήσει, γιατί η συγκεκριμένη πράξη δεν ερμηνεύεται με βάση κάποιους σταθερούς κανόνες που ισχύουν πάντα και για όλους, αλλά σχετίζεται άμεσα με το κοινωνικό context της συνάντησης και κυρίως με το «ποιος είσαι εσύ» και το «ποιος είναι αυτός». Αν του το πεις αρκετά πειστικά κι αν ο αστυνομικός πιστεύει, πράγματι, πως είναι μαλάκας, τότε μπορεί να το δεχτεί στωικά, να κουνήσει το κεφάλι και να τραβήξει το δρόμο του. Αν είναι τυπικός, αλλά συγχρόνως αναγνωρίζει ότι στη χώρα αυτή μπορεί κανείς που και που να λέει τους αστυνομικούς «μαλάκες», τότε είναι πολύ πιθανό να απαντήσει απλώς: «Σας παρακαλώ πολύ κύριε». Αν δεν πιστεύει ότι είναι μαλάκας και αντιθέτως τα πηγαίνει πολύ καλά με τον εαυτό του, μπορεί να απαντήσει αγέρωχα: «Μαλάκας είσαι και φαίνεσαι». Αν δεν τα πηγαίνει καλά με τον εαυτό του, αν κουβαλάει τρέλα και αν θέλει κάπου να την ξεσπάσει μπορεί και να βρεθείς φυτεμένος. Έχοντας εσωτερικεύσει σε μεγαλύτερο βαθμό το ρόλο του, ο Βρετανός δεν βιώνει τη βρισιά ως προσωπικό ντέρτι και προσβολή, όπως αντιθέτως το νιώθει ο Έλληνας. Ο Βρετανός δεν θα σε ρωτήσει: «Ποιον είπες μαλάκα ρε; Τον Κώστα; Τον Μπάμπη; Τον Μήτσο;». Γνωρίζεις κι εσύ και γνωρίζει κι αυτός ότι ο Κώστας, ο Μπάμπης κι ο Μήτσος δεν έχουν καμία σχέση με τη συγκεκριμένη σύγκρουση.

Η αγριότητα και η ομορφιά αυτής της χώρας έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι τυπικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις όπως αυτή του αστυνομικού και του πολίτη, οι οποίες είναι πολύ περισσότερο προβλέψιμες ως προς τα αποτελέσματά τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε εμάς παραμένουν εξαιρετικά απρόβλεπτες και ανοιχτές σε κάθε ενδεχόμενο. Ο πολίτης δεν μπορεί να νιώθει ούτε απόλυτα ασφαλής, όταν δεν έχει τίποτα να κρύψει, αλλά ούτε και καταδικασμένος όταν παραβιάζει το νόμο. Καθώς είμαστε αλλεργικοί στις απόλυτες και ριζικές λύσεις, αφήνουμε πάντοτε ένα αρκετά μεγάλο περιθώριο αυτοσχεδιασμού στον κάθε ρόλο (πολίτης, αστυνομικός, δημόσιος υπάλληλος, πολιτικός κοκ.), το οποίο ο καθένας μας πρέπει να καλύψει με βάση το προσωπικό του ταλέντο και την έμπνευση της στιγμής.

Δεδομένων όλων αυτών, η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται από την ολοκληρωτική πόλωση ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας με την αστυνομία αναμένεται να έχει ακόμη πιο παράξενα και πιθανώς καταστροφικά αποτελέσματα, καθώς η πίεση αυτής της πόλωσης θα οδηγεί πολίτες και αστυνομικούς σε όλο και πιο ακραίες εκδοχές του ρόλου τους. Οι πιο ευαίσθητοι μπάτσοι θα ξεσπάνε σε κλάματα κάθε φορά που θα τους στραβοκοιτάζει ο γιος τους, και οι νταήδες θα μας πλακώνουν στα χαστούκια για ψύλλου πήδημα, όπως ακριβώς αποτυπώνεται σε βίντεο που έχει ανέβει τις τελευταίες ημέρες στο ίντερνετ. Όσο επικίνδυνα ανεπαρκής είναι η γνώση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας για κάποιον που θα προσπαθήσει να οδηγήσει στους ελληνικούς δρόμους, τόσο ανεπαρκής θα αναδεικνύεται η γνώση του νόμου στις συναντήσεις των πολιτών με την ελληνική αστυνομία από εδώ και στο εξής, εφόσον παγιωθεί αυτή η ακραία και αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης.

Φυσικά και δεν έγινε καμιά επανάσταση στην Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες. Απλώς, οι κοινωνικές σχέσεις στη χώρα μας είναι φτιαγμένες για βιρτουόζους που μπορούν να ζουν χωρίς την ασφάλεια και την προβλεψιμότητα που προσφέρουν τα προστατευτικά δίχτυα των κανόνων. Η αυθαιρεσία ονομάζεται επινοητικότητα και η ανασφάλεια γίνεται τρόπος ζωής. Κάποια στιγμή από το άγχος κάποιος θα σπάσει. Όταν σπάσει ο αστυνομικός αρπάζει το περίστροφο, όταν σπάσουμε οι υπόλοιποι αρπάζουμε τα καδρόνια.

11.12.08

Επικήδειος

Δεν αντέχω, θα σκάσω αν δεν τα γράψω...


Είμαι από εκείνους που συμβιβάστηκαν με τη μια πρόταση στο status του Facebook τόσο καιρό. Πιο εύκολο, πιο άμεσο και στέλνεις το μήνυμα αυτόματα σε όλους τους φίλους σου που το διαβάζουν με χαρά. Όμως, δεν αρκεί πια μια πρόταση… Και οι φίλοι μου δεν είναι πια χαρούμενοι…


Ποτέ ξανά η κοινωνία δεν είχε τόση οργή. Μιλάω με απλό κόσμο, αυτούς που δύσκολα μιλούσαν για πολιτική παλιότερα, τους νέους που προτιμούσαν άλλες κουβέντες. Δεν είναι απλή απογοήτευση. Εξαγριωμένοι πολίτες, εξαθλιωμένοι από την κρίση μιας κοινωνίας που τους δείχνει πολλά στις βιτρίνες, αλλά δεν τους δίνει τρόπο να τ’ αποκτήσουν, φοβισμένοι για το σήμερα, απαισιόδοξοι για το αύριο.


Στις δημοκρατίες, οι κυβερνήσεις, οι δημόσιοι λειτουργοί οφείλουν να διαπαιδαγωγούν με τα λόγια και τις πράξεις τους. Τι παράδειγμα δίνουν σήμερα..; Ο συνοφρυωμένος Πρωθυπουργός συνεχίζει να πουλάει την εικόνα του, όμως αυτή έχει ξεθωριάσει πολύ. Μοιάζει μοιραίος, μια τραγική φιγούρα, που ξεγυμνώθηκε πλήρως, όταν εκείνος ο σκηνοθέτης της επικοινωνίας, ο βαθιά θρησκευόμενος γιος του ταχυδρόμου έχασε τη δύναμη να εξουσιάζει τα μέσα και μέσα από αυτά τις σκέψεις των ανθρώπων. Και τότε το είδαν όλοι: ο Πρωθυπουργός είναι ανίκανος, ανεύθυνος, επικίνδυνος, έτοιμος να καλύψει κάθε άνομη ενέργεια, κάθε σκάνδαλο, έτοιμος να συγκαλύψει την αλήθεια για να παραμείνει στη θέση του, έτοιμος να προκαλέσει ακόμη και τον πιο φανατικό υποστηρικτή του όταν προσπαθεί με αυστηρό ύφος να μας πείσει πως όλα γίνονται καλώς και πως για ό,τι δεν πάει καλά φταίνε κάποιοι άλλοι... Στον έκδηλο πανικό του προτιμά από την παραίτηση, να διχάσει την κοινωνία, να θέσει τους νοικοκυραίους απέναντι στους επαναστατημένους, να προβάλλει ψευδοδιλλήματα, να ενεργοποιήσει τα πιο συντηρητικά ένστικτα των πολιτών, λες και δεν είναι δική του δουλειά να εξασφαλίσει τη δημόσια τάξη, λες και δεν είναι δική του δουλειά να εξευμενίσει τους επαναστατημένους με τις πολιτικές αποφάσεις του. Και έτσι καταντάει επικίνδυνος και για τη δημοκρατία, ναι αυτή που θεωρούσαμε σίγουρη, ασφαλή και εδραιωμένη, γυρνώντας τη σκέψη της χώρας 40 χρόνια πίσω.


Μαζεύτηκαν πολλά… Πολιτικά εγκλήματα χωρίς τιμωρία, σκοτεινές υποθέσεις και κανένα φως από την πολιτεία. Πίσω από κάθε τέτοια ιστορία παρέλαση τα ευρώ. Και ταυτόχρονα στις αίθουσες το έργο της μεγαλύτερης αναδιανομής ευρώ από τα χαμηλά στα υψηλά εισοδήματα. Η μόνη κυβερνητική επιλογή στο χάος της ακυβερνησίας και της δικής τους μαλακίας. Αλλά και της δικής μας αφασίας, γιατί τους αφήσαμε να πιστεύουν ότι μπορούν να μας εμπαίζουν και εμείς να τους ευχαριστούμε…


Όχι δε γράφω για το θάνατο ενός 15χρονου, δεν κάνω επικήδειο στη μνήμη του, είμαι λίγος για να νιώσω την οδύνη που νιώθει η μάνα του. Γράφω όμως για το θάνατο μιας κοινωνίας, η οποία παρέδωσε τα όνειρα και τις ελπίδες της πριν μόλις 4 χρόνια σε μια κυβέρνηση δήθεν αδιάφθορη, δήθεν αποτελεσματική, που θα νοιάζονταν για την καθημερινότητα όλων. Και διαψεύστηκε τόσο σκληρά, τόσο ωμά, που βρίσκεται πια σε κατάσταση έξαλλη.


Είναι πλέον σαφές. Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει και θα φύγει. Όσο πιο σύντομα, τόσο καλύτερα για τη χώρα. Γιατί οι πληγές που αφήνει φεύγοντας είναι μεγάλες. Στη δημοκρατία τις λύσεις τις δίνει ο λαός…



14.11.08

Ναι, ο κόσμος γίνεται καλύτερος

Η αδιαφορία, όπως το λέει και η ίδια η λέξη, πηγάζει από την αδυναμία μας να διαχωρίσουμε, δηλαδή να αντιληφθούμε τις διαφορές. Όλα μας φαίνονται ίδια και κατ’ επέκταση αδιάφορα. Οι αιτίες της αδιαφορίας, της σημαντικότερης ασθένειας της δυτικής δημοκρατίας, είναι πολλαπλές και κάποιες από αυτές είναι βαθειά ριζωμένες στο σύστημα. Αλλά ο ρόλος της άτιμης κοινωνίας στο να ορίζει τις επιλογές μας σταματάει να βγάζει νόημα λίγο πριν αγγίξει τον απόλυτο ντετερμινισμό. Κάπου, κάπως, όλοι κάνουμε επιλογές. Αρκεί να μπορούμε να αναγνωρίσουμε τις διαφορές *** Πριν από περίπου 50 χρόνια στις μισές πολιτείες των ΗΠΑ απαγορεύονταν οι γάμοι ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικού χρώματος. Πριν από 100 χρόνια οι γυναίκες στερούνταν το δικαίωμα ψήφου σε όλες ή σχεδόν όλες τις χώρες του κόσμου. Πριν από 150 χρόνια οι μαύροι των Ηνωμένων Πολιτειών ζούσαν σε καθεστώς δουλείας και οι περισσότεροι λευκοί θεωρούσαν αυτήν την κατάσταση φυσιολογική. Πριν από 300 ή 400 χρόνια οι λευκοί μετά βίας αποδέχονταν ότι όσοι ζούσαν έξω από την Ευρώπη μπορούσαν να ονομάζονται άνθρωποι *** Πριν από εξήντα χρόνια η ναζιστική Γερμανία προσπάθησε να εξολοθρεύσει τους Εβραίους από προσώπου γης, αλλά προσπάθησε να το κάνει κρυφά. Πριν από πολύ περισσότερα χρόνια, οι κατακτητές δεν είχαν κανένα λόγο να κρύψουν τις φρικαλεότητες στις οποίες επιδίδονταν οι στρατοί τους και, αντιθέτως, φρόντιζαν να διαφημίζουν την αγριότητά τους για να φοβίζουν τους εχθρούς τους Σήμερα, το ισχυρότερο κράτος του κόσμου θα το διοικήσει ένας μαύρος, με βοηθό του έναν λευκό και (πιθανότατα) σημαντικότερη υπουργό μια γυναίκα. Την ίδια ώρα, ο στρατός των ΗΠΑ σκορπάει δισεκατομμύρια δολάρια για να αναπτύξει πυραύλους που μπορούν να χτυπάνε με ακρίβεια τους στόχους τους, ώστε να μειώνουν τις παράπλευρες απώλειες, και απολογείται δημοσίως για τα Αμπού Γκρέιμπ και τα Γκουαντάναμο που κηλιδώνουν την φήμη του. Ο κυνισμός μας, μας εμποδίζει από το να δούμε αυτές τις τρομακτικές διαφορές. Έτσι καταλήγουμε να βλέπουμε μόνο τις ομοιότητες και εκεί όπου δεν υπάρχουν φροντίζουμε να τις ανακαλύπτουμε: Ο Ομπάμα ψηφίστηκε επειδή είναι μισός λευκός, η Χίλαρι μισός άντρας, οι έξυπνες βόμβες μας ενδιαφέρουν μόνο όταν χάνουν τον στόχο τους και το Γκουαντάναμο είναι η μετεξέλιξη του Άουσβιτς *** Εξαιτίας της μυωπίας μας απέναντι στις αλλαγές και μέσα από βλακώδεις αναλογίες η ιστορία της ανθρωπότητας μετατρέπεται σε άγευστο χυλό. Καμιά ποικιλία, καμιά διαφορά, όλα ίδια, πάντα και για πάντα. Και φυσικά, μπροστά σε αυτή τη στατική εικόνα ενός κόσμου που δεν αλλάζει, δεν μεταβάλλεται, δεν βελτιώνεται, εξαλείφεται και η διάθεσή μας να συμμετέχουμε στην χάραξη της πορείας του, δηλαδή στα κοινά. Γιατί ποιος ο λόγος να συμμετέχει κανείς, από όποιο πόστο κι αν επιλέξει να το κάνει, στη διακυβέρνηση μιας αγκυροβολημένης βάρκας ή ακόμη χειρότερα, μιας βάρκας που βουλιάζει; Ενάντια σε αυτή την αντίληψη που οδηγεί στην απάθεια και που κάποιοι διαιωνίζουν επειδή τους συμφέρει και άλλοι παπαγαλίζουν επειδή έτσι έχουν μάθει, αξίζει να υπενθυμίζουμε στην πρώτη ευκαιρία (και η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα στην προεδρία των ΗΠΑ είναι πράγματι μια τέτοια ευκαιρία) ότι «ναι, με το πέρασμα του χρόνου, ο κόσμος μας γίνεται καλύτερος». Αλλά όχι από μόνος του, ούτε χάρη σε λίγους και εκλεκτούς. Γίνεται καλύτερος επειδή ακριβώς αυξάνονται αυτοί που συμμετέχουν στην διακυβέρνηση του.

15.9.08

Ο Μεσσίας πέθανε, ζήτω ο Γιώργος

Έπρεπε να περάσουν τέσσερα χρόνια και κάτι μήνες για να θυμηθούμε, έστω αδρά, τον λόγο για τον οποίο ο Γιώργος Παπανδρέου θεωρούνταν κάποτε ο καταλληλότερος διάδοχος του Κώστα Σημίτη στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Γιατί, για όσους το έχουν ξεχάσει, αυτό συνέβαινε κάποτε, και μάλιστα με τεράστια απόσταση από τον δεύτερο Βαγγέλη Βενιζέλο. Χρειάστηκε να περάσουν τέσσερα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Γιώργος Παπανδρέου έζησε μια τεράστια παρεξήγηση, η οποία τον οδήγησε σε σειρά λαθών, κακών επιλογών και αντιφάσεων. Ο Γιώργος Παπανδρέου ζούσε εδώ και τέσσερα χρόνια με την λανθασμένη εντύπωση ότι ο κόσμος τον εκτιμούσε για τις τρομερές του ικανότητες και το μεγάλο του πολιτικό ταλέντο. Έτσι ερμήνευσε, φαίνεται, την δημοτικότητα που τον οδήγησε στο δαχτυλίδι, έτσι ερμήνευσε την υποδοχή Μεσσία που του έκαναν και έτσι, οδηγήθηκε σε μια απελπισμένη προσπάθεια να παίξει με επιτυχία έναν ρόλο γραμμένο για άλλον άνθρωπο, σε άλλες εποχές.

Η τραγωδία του Παπανδρέου τα τέσσερα τελευταία χρόνια ήταν, μου φαίνεται, ότι πίστεψε στα σοβαρά πως έχει ταλέντα που ποτέ δεν είχε, πως έχει πολιτικές ικανότητες που δεν μπορεί ούτε να τις φανταστεί. Ως αποτέλεσμα, οι πρώτες αποτυχίες έφεραν σπασμωδικές αντιδράσεις που οδήγησαν σε νέες αποτυχίες, και αυτή η συνεχόμενη ροή λαθών τον μετέτρεψε τελικά σε αντικείμενο χλευασμού. Δικαίως. Γιατί πως αλλιώς να αντιδράσει κανείς σε κάποιον που εμφανίζεται δημοσίως φορώντας τα ρούχα αλλουνού, που μάλιστα είναι και τρία-τέσσερα νούμερα μεγαλύτερα από τα δικά του; Πράγματι -που έλεγε και ο Αντρέας- ο Γιώργος Παπανδρέου υπήρξε εδώ και τέσσερα χρόνια ένας κωμικοτραγικός Πρόεδρος, άξιος της κακής μοίρας που του επιφύλαξαν οι τελευταίες εκλογές και οριακά αξιότερος από τον υπερφύαλο αντίπαλο του στην εσωκομματική διαδικασία.

Όσοι συμπαθούμε τον Γιώργο θα πρέπει, επιτέλους, να του κάνουμε μια μεγάλη χάρη και να τον δούμε όπως είναι. Να τον "μαζέψουμε" στο πραγματικό του μέγεθος και να αναρωτηθούμε αν έχουμε κάποιο πρόβλημα με το γεγονός ότι δεν είναι ο μεγάλος, χαρισματικός ηγέτης που τον κάναμε να πιστέψει ότι είναι. Ότι αν τον αφήσουμε ελεύθερο από τον ρόλο στον οποίο τον πιέσαμε να μπει, θα εμφανιστεί ένας μετριοπαθής, μορφωμένος τύπος με φιλελεύθερες ιδέες και χωρίς μεγάλες ηγετικές ικανότητες. Ένας άνθρωπος αποτελεσματικός και ευφυής όταν τον δέχεσαι όπως είναι, που κομπλάρει και "καίει φλάντζες"όταν τον ανεβάζεις στο μπαλκόνι και προσπαθείς να τον μετατρέψεις σε κάτι άλλο. Ένας πολιτικός που έκανε την δική του επανάσταση στο υπουργείο Εξωτερικών όσο ήταν αποκομμένος από την ελληνική μικροπολιτική, με την οποία δεν θέλει να έχει το παραμικρό πάρε-δώσε.

Στην πολιτική είναι απαραίτητα πολλά ταλέντα, και είναι δύσκολο να τα συνδυάζει κανείς όλα. Από τον Γιώργο Παπανδρέου λείπουν αρκετά, και δεν μιλώ μόνο για την επικοινωνιακή του δυσκοιλιότητα. Η αδυναμία του να αντιληφθεί, εδώ και τέσσερα χρόνια, ότι οι άνθρωποι που τον συμβούλευαν να μετατραπεί σε παρωδία του πατέρα του του έκαναν κακό, είναι σοβαρότατο μειονέκτημα και δεν αποτελεί μόνο επικοινωνιακό πρόβλημα. Αποδεικνύει επίσης έλλειψη πολιτικού ενστίκτου- ενός χαρίσματος που κατά κύριο λόγο κάνει καλό μόνο στον ίδιο τον κάτοχό του, αλλά ταυτόχρονα είναι απλώς απαραίτητο και αν θέλεις να πετύχεις κάτι καλό για το σύνολο. Την σοβαρότατη αυτή έλλειψη ο Παπανδρέου μπορεί να την ισορροπήσει μόνο χάρη στις καλές του ιδέες και την αποτελεσματικότητα του, όταν μπορεί και λειτουργεί όπως θέλει ο ίδιος. Σαν πρωθυπουργός θα έχει αυτή τη δυνατότητα.

Ο Παπανδρέου δείχνει τον τελευταίο καιρό να ανακάμπτει. Δείχνει να επανέρχεται στο στυλ και το ύφος χάρη στο οποίο μας κέρδισε. Μετά την τετραετή κρίση ταυτότητας εξαιτίας της οποίας παραλίγο να μετατραπεί σε πολιτικό ανέκδοτο, ξαναβρίσκει τον εαυτό του. Η πτώση της Νέας Δημοκρατίας και η σχετική άνοδος του ΠΑΣΟΚ μπορούν να του δώσουν την απαραίτητη αυτοπεποίθηση, ώστε να βγει και να μιλήσει σιγά και μπερδεμένα, όπως αναγκαστικά θα κάνει, χωρίς να νιώθει άσχημα για αυτό. Κι όποιος ηλίθιος του έλεγε τόσα χρόνια ότι πρέπει να κάνει πράγματα που απλώς δεν μπορεί να κάνει, ελπίζουμε ότι έχει ήδη παραιτηθεί ή θα παραιτηθεί σύντομα. Και οι υπόλοιποι που περιμένουμε να βγει μια μέρα και να βγάλει φωτιές από το μπαλκόνι, καλά θα κάνουμε να προσγειωθούμε και να μην τρέφουμε αυταπάτες. Ο Παπανδρέου ποτέ δεν πρόκειται να γίνει μεγάλος ηγέτης. Αλλά ποιος χέστηκε για τους ηγέτες; Εμείς πρωθυπουργό ψηφίζουμε.

14.7.08

Όταν το ΚΚΕ "διάβαζε"

Από πέρσι που είχε ξεκινήσει το θέμα της πώλησης της "Γερμανός" στην Cosmote θυμάμαι που κάποιοι στο ΠΑΣΟΚ άφηναν υπονοούμενα για την στάση του ΚΚΕ. Ποτέ δεν είπαν όμως τίποτα περισσότερο, δεν έγιναν συγκεκριμένοι οπότε το θέμα έληξε. Τώρα που ξαναήρθε στην επικαιρότητα το θέμα, ο Καρατζαφέρης μίλησε για πρώτη φορά ανοιχτά και είπε ότι το ΚΚΕ έχει μετοχές στην Γερμανός και γι'αυτο όταν συζητήθηκε το θέμα στη Βουλή οι βουλευτές του ήταν απόντες, ενώ ακόμα δεν έχει καταγγείλει ως σκάνδαλο την υπόθεση. Το ΚΚΕ απάντησε σε όλα στον Καρατζαφέρη εκτός από την ουσία του ζητήματος. Κατήγγειλε το "σχέδιο προβοκάτσιας κατά του ΚΚΕ" που έχει στηθεί από διάφορα κέντρα και πρόσθεσε ότι σ'αυτό εμπλέκεται και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, που μέχρι στιγμής δεν έχει πει τίποτα για το ΚΚΕ! Ακόμα πιο εξοργιστική όμως ήταν η τοποθέτηση του εκπροσώπου του ΚΚΕ, Μάκη Μαΐλη, στο κεντρικό δελτίο του MEGA (13 Ιουλίου). Έκρινε σκόπιμο να κάνει τηλεφωνική παρέμβαση στο δελτίο για να πει ότι στην κρίσιμη συνεδρίαση μίας επιτροπής στη Βουλή οι βουλευτές του ΚΚΕ δεν ήταν καν παρόντες γιατί όπως είπε δεν είχαν ειδοποιηθεί!!! Ο δημοσιογράφος του MEGA, Δημήτρης Τάκης, του απάντησε ότι ακόμα και οι δημοσιογράφοι ήξεραν από μέρες πριν για τη συγκεκριμένη συνεδρίαση αλλά ο Μαΐλης επέμεινε ότι το ΚΚΕ δεν ήξερε τίποτα! Φαίνεται ότι και το ΚΚΕ "διάβαζε" όπως ο Χριστόδουλος επί χούντας και δεν ήξερε τι γινόταν...

11.6.08

Ο μύθος του Ρεχακλή


Η Ελλάδα είναι, πράγματι, η χώρα των Γιακουμάτων. Είναι η χώρα που όλοι τα ξέρουν όλα καλύτερα από τους ειδικούς, και όπου με το πρώτο στραβοπάτημα ο χθεσινός ήρωας γίνεται σημερινός αποδιοπομπαίος τράγος. Η ιστορία είναι παλιά, πολύ παλιά, και οι γραφικότητες του Γιακουμάτου εναντίον του Ρεχάγκελ μετά το 1-4 από την Τουρκία είναι πταίσμα , αν σκεφτεί κανείς ότι ρίξαμε σε μπουντρούμι τον Κολοκοτρώνη.

Η Ελλάδα όμως δεν είναι μόνο η χώρα των Γιακουμάτων. Είναι και η χώρα των αντι-Γιακουμάτων, κατηγορία στην οποία ανήκω -υπερήφανα- τις περισσότερες φορές κι εγώ. Όπως φανερώνει και το όνομα της -με το "αντί" μπροστά- η κατηγορία αυτή έχει ένα χαρακτηριστικό που είναι και το μεγάλο της ελάττωμα. Συχνά ετεροπροσδιορίζεται. Βλέπει τις φάτσες που κυκλοφορούν στην άλλη πλευρά και επειδή αρνείται να ταυτιστεί μαζί τους, χαράζει μια νοητή γραμμή και στέκεται ακριβώς απέναντι. Η περίπτωση του Ότο Ρεχάγκελ είναι ενδεικτική.

Ο Γερμανός προπονητής προκάλεσε τον κοινό νου των Ελλήνων φιλάθλων πολλές φορές μέχρι σήμερα, τόσο όσον αφορά τους παίκτες που επιλέγει ή δεν επιλέγει, όσο και σε σχέση με την τακτική του. Απέναντι στους Γιακουμάτους που φώναζαν αγριεμένοι για τις επιλογές του Ρεχάγκελ στήνονταν, ωστόσο, κάθε φορά χαρακώματα από τους υπερασπιστές του, οι οποίοι στο τέλος έβγαιναν πάντοτε νικητές. Ο χερ Ότο, άλλωστε, είχε στο χέρι του ένα τρομερό όπλο. Είχε οδηγήσει την ελληνική εθνική ομάδα στον πιο μεγάλο και ανυπέρβλητο θρίαμβο της ιστορίας της. Είχε πετύχει το ακατόρθωτο. Ποιος να διαμαρτυρηθεί εντόνως για την απουσία του Στολτίδη, όταν οι ανάλογες κραυγές για τον Ζήκο έσβησαν μέσα στην αποθέωση από την κατάκτηση της κούπας; Ο Ότο πάντα κάτι ήξερε παραπάνω. Κι ο ίδιος, άλλωστε, διατηρούσε όλα αυτά τα χρόνια ένα ολύμπιο-γερμανικό ύφος σαν πραγματικός Ρεχακλής με το οποίο ήταν αδύνατο να τα βάλουν γραφικές ελληνικές μούρες σαν του Γιακουμάτου και του Σακελαρόπουλου. Είχε τα αποτελέσματα, είχε και το ύφος της αυθεντίας, ήταν ακαταμάχητος.

Ομολογώ ότι μέχρι και το τέλος του χθεσινοβραδινού αγώνα με την Σουηδία εξακολουθούσε να μου ασκεί την ίδια γοητεία ως σοφός γερό-Ρεχακλής που πάντα κάτι παραπάνω ξέρει με το πονηρό μυαλό του. Παρά την απογοήτευση και το μούδιασμα για την ήττα και κυρίως για το φρικτό αντιποδόσφαιρο της Εθνικής -το οποίο ΔΕΝ έχω ξαναδεί σε ποδοσφαιρικό αγώνα και το οποίο ΔΕΝ έχει καμιά σχέση με τον τρόπο που αγωνιζόμασταν είτε στην Πορτογαλία, είτε στα προκριματικά- δεν είχα χάσει την εμπιστοσύνη μου στην αυθεντία του Ρεχάγκελ. Την έχασα με τις δηλώσεις του.

Με το ίδιο, πάντα, ύφος αυθεντίας αλλά με εμφανή τα σημάδια της απογοήτευσης και του θυμού στο πρόσωπό του, ο Ρεχάγκελ υποτίμησε ξανά και ξανά τους ποδοσφαιριστές του, φτάνοντας στο σημείο να δηλώσει ότι αν παίζαμε την Σουηδία στα ίσια θα χάναμε με 5-0. Καταρχήν, επί της ουσίας, αυτό που είπε ο Ρεχάγκελ ήταν βλακώδες και δεν ισχύει. Κατά δεύτερον, και άσχετα με την ουσία της δήλωσης, το γεγονός ότι το πιστεύει λέει πάρα πολλά για τον ίδιο αλλά και για όσα έχουν συμβεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια στην Εθνική ομάδα, ξεκινώντας από το θριαμβευτικό Euro 2004.

Καταρχήν ο Ρεχάγκελ προτίμησε, για ακόμη μια φορά, να ρίξει την ευθύνη στους παίκτες αντί να την επωμιστεί ο ίδιος. Στοιχείο της προσωπικότητας του ενδιαφέρον αλλά δευτερεύον. Το σημαντικότερο είναι ότι αποκάλυψε, στην ουσία, πόσο λίγη εμπιστοσύνη έχει στους ποδοσφαιριστές του και πόσο μεγάλη ιδέα έχει για τον εαυτό του. Αν η ομάδα που κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα πριν από τέσσερα χρόνια και προκρίθηκε "αέρα" στο φετινό είναι μια ομάδα που σύμφωνα με τον ίδιο της τον προπονητή αξίζει 5 γκολ από τη χθεσινή Σουηδία, αναρωτιέται κανείς, πώς κατάφερε όλα όσα κατάφερε. Ο καθένας μπορεί να έχει την δική του απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αλλά ο χερ Ότο φαίνεται πω έχει την δική του: Τα κατάφερε χάρη στον ίδιο...

Αυτά όλα δε λένε πολλά. Ο Ρεχάγκελ ίσως δεν απέχει πολύ από τον τυπικό ματαιόδοξο προπονητή που πιστεύει ότι πρέπει πάντα να γίνεται το δικό του, ιδίως όταν καταφέρνει τέτοιο άθλο με την ομάδα μιας ποδοσφαιρικά υπανάπτυκτης χώρας. Αλλά μέσα από όλη αυτή την κουβέντα αντιλαμβάνομαι τελικά ότι είναι αδύνατο ένας άνθρωπος με τον χαρακτήρα του Ρεχάγκελ να ενέπνευσε στ' αλήθεια την πορεία της Ελλάδας το 2004. Αν σήμερα πιστεύει αυτά που πιστεύει, έχοντας στα χέρια του καλύτερη ομάδα από αυτήν που είχε πριν 4 χρόνια, μπορώ να φανταστώ με ποια λογική κατέβηκε σε εκείνο το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Μπορεί ο Ρεχάγκελ να έστησε την ομάδα του σωστά, δηλαδή αμυντικά, για να κερδίσει ότι μπορούσε από τις αντεπιθέσεις αλλά αυτό που κέρδισε τελικά, δεν μπορώ να το αποδώσω στον ίδιο. Γιατί η υπέρβαση που έκανε η ελληνική ομάδα στα γήπεδα της Πορτογαλίας ήταν πρώτα και πάνω απ' όλα ψυχολογική και όχι υπέρβαση τακτικής. Μια μέτρια ομάδα δεν φτάνει να σηκώσει το τρόπαιο χάρη στην τακτική της. Το πολύ πολύ να φτάσει ως τους 8. Από εκεί και πέρα η κάθε υπέρβαση που ακολουθεί την προηγούμενη μπορεί να γίνει μόνο αν υπάρχει η σπάνια αυτοπεποίθηση, η ψυχική δύναμη, η πίστη ότι μπορεί να γίνει το θαύμα.

Αν και ποτέ δεν πίστεψα ότι κερδίσαμε το κύπελλο χάρη στην μαγική τακτική του Ρεχάγκελ, μπορούσα, ωστόσο, να πιστέψω ότι κερδίσαμε (και) χάρη στην έμπνευση και την αυτοπεποίθηση που ενδεχομένως μετέδωσε στους παίκτες του. Σήμερα όμως αμφιβάλλω. Ίσως να κάνω λάθος, αλλά με τις χθεσινές δηλώσεις του ο Ρεχάγκελ μου έδωσε να καταλάβω ότι πιστεύει στ' αλήθεια ότι το Euro το κέρδισε χάρη στην μαγική τακτική του και ότι ο ίδιος ως προπονητής ήταν αυτός που έκανε τη διαφορά, έχοντας να συντονίσει ένα τσούρμο ατάλαντους. Πως θα μπορούσε ένας τέτοιος άνθρωπος να εμπνεύσει την πίστη στο ακατόρθωτο που μας χάρισε το κύπελλο στην Πορτογαλία;

Δεν ήμουν στα αποδυτήρια, ούτε ξέρω τον Ρεχάγκελ προσωπικά. Αν ισχύει όμως αυτό που φαντάζομαι και περιγράφω τόση ώρα τότε ήρθε η στιγμή όχι απλώς να ψάξουμε αλλού τους λόγους για τον θρίαμβο, αλλά και να αναζητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο κατάφεραν, τότε, οι παίκτες να ξεπεράσουν ακόμα και την υποτίμηση του ίδιου του προπονητή τους.

Υ.Γ. Παραθέτω δυο στοιχεία, έστω ανεκδοτολογικά, που μπορούν να στηρίξουν την θέση μου. Πρώτον, θυμάμαι να διαβάζω σε ρεπορτάζ του Αλέξη Σπυρόπουλου το 2004 για τις τάσεις αυτονόμησης συγκεκριμένων παικτών μες στον αγώνα σε σχέση με τις οδηγίες του Ρεχάγκελ. Η αρχηγική μορφή του Ζαγοράκη εντός και εκτός γηπέδου ίσως να αποτελεί ένα από τα χαμένα κομμάτια της εξίσωσης. Δεύτερον, οι φάτσες και οι δηλώσεις των Ελλήνων παικτών χθες μετά το παιχνίδι -πολύ πιο προσεκτικές από του προπονητή τους- έμοιαζαν να αποτυπώνουν απογοήτευση όχι μόνο για το αποτέλεσμα, αλλά και για την επιλογή του τρόπου παιχνιδιου (όπως παρατήρησε και ο χαμένος blogger Χρήστος Ασπιώτης...)

8.6.08

Ο ανώριμος λαός και ο κ. Χατζηγάκης

"Το συμφωνητικό έτσι όπως θα κατατεθεί στη Βουλή θα αφορά τους ετερόφυλους. Από εκεί και πέρα, θα δούμε, όταν η κοινωνία ωριμάσει, αν ωριμάσει πάνω σε αυτό, το θέμα θα προχωρήσει. Η νομοθετική πρωτοβουλία και οι νομοθετικές ρυθμίσεις γίνονται απαντώντας στις απαιτήσεις της κοινωνίας. Σήμερα η κοινωνία ζητά αυτό. Από εκεί και πέρα θα δούμε. Πιστεύω πως η ελληνική κοινωνία είναι σήμερα ανώριμη σε αυτό το θέμα"
Τάδε έφη Υπουργός Δικαιοσύνης, Σωτήρης Χατζηγάκης

Μεταφράζω:

"Εγώ είμαι ένας φιλελεύθερος πολιτικός που δεν έχω κανένα πρόβλημα με τους ομοφυλόφιλους και αν ήταν στο χέρι μου θα περνούσα νομοσχέδιο που θα προέβλεπε σύμφωνο συμβίωσης και για αυτούς. Δυστυχώς όμως ο λαός μας είναι ανώριμος και το πολιτικό κόστος μιας τέτοιας απόφασης είναι πολύ μεγάλο, και εμείς τα νομοσχέδια δεν τα καταθέτουμε με βάση τις πεποιθήσεις μας για το καλό της κοινωνίας, ούτε βέβαια σκοπεύουμε να έρθουμε σε ρήξη μαζί της. Κάνουμε ότι πιστεύουμε ότι θέλει ο κόσμος."

Υπέροχα. Με μια φράση ο υπουργός κατόρθωσε, διαδοχικά, να προβάλλει τον εαυτό του, να υποτιμήσει τους ακροατές του και να αποδείξει ότι η μοναδική λογική με την οποία λαμβάνει αποφάσεις είναι το πολιτικό κόστος. Και εις ανώτερα.

Υ.Γ. Το αιώνιο πρόβλημα της κυβέρνησης Καραμανλή αποτυπώνεται εξαιρετικά εύγλωττα σε αυτή την εντελώς ξεδιάντροπη δήλωση του κ. Χατζηγάκη. Το πρόβλημα είναι πώς να διατηρήσεις επαφή, ταυτόχρονα, με δυο διαφορετικά ακροατήρια που επιθυμούν να ακούνε εντελώς διαφορετικά πράγματα. Από τη μια η παραδοσιακή λαϊκή δεξιά, από την άλλη η φιλελεύθερη πτέρυγα. Ο κύριος Χατζηγάκης επέλεξε έναν πρωτότυπο τρόπο για να γεφυρώσει το χάσμα: Διαχώρισε την θέση του από αυτό που ο ίδιος φαίνεται να αντιλαμβάνεται ως "ανώριμο λαό" αφού πρώτα του έκανε το χατίρι.

12.5.08

Cuba libre, Stelios libre…


Εδώ και αρκετό καιρό έχω πάψει να είμαι μεγάλος θαυμαστής του Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα και του Στέλιου Κούλογλου. Ο πιο σημαντικός λόγος είναι ότι διαφωνώ με τον ετεροβαρή τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται οι διαφορετικές απόψεις στην εκπομπή του. Θα ήμουν λιγότερο αρνητικά προδιατεθειμένος -φαντάζομαι- αν τουλάχιστον μοιραζόμασταν την ίδια ιδεολογία, οπότε η στράτευση του θα μου χάιδευε τα αυτιά. Το παθαίνω αυτό με τον Θεοδωράκη και τον Τσίμα. Αλλά δεν την μοιραζόμαστε.

Σκέφτομαι, για παράδειγμα, ότι δε θυμάμαι ποτέ να έχω δει Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα για ανθρώπους όπως η Γιοάνι Σάντσεζ, απόφοιτος φιλολογίας στην Κούβα, η οποία μέσα από το blog της, Generacion Y, μιλάει απλά και χωρίς βοήθεια από την… CIA για την δύσκολη καθημερινή ζωή στην χώρα των Κάστρο. Η Σάντσεζ πρόσφατα τιμήθηκε με το βραβείο Ortega Y Gasset, αλλά οι αρχές της αρνήθηκαν το δικαίωμα να ταξιδέψει στην Ισπανία για να το παραλάβει. Ο λόγος για τέτοιου είδους παραλείψεις από πλευράς ΡΧΣ και ελληνικής αριστεράς γενικότερα είναι μάλλον απλός: Η Κούβα του «χαρισματικού» Φιντέλ και του «ηρωικού» Τσε αποτελεί επί πενήντα χρόνια φάρο σοσιαλιστικής αντίστασης κατά των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα όμως, και αυτό είναι το πιο σημαντικό, το ιστορικό της Κούβας στις παραβιάσεις ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων είναι σαφέστατα μικρότερο εν συγκρίσει με τους ποταμούς αίματος που χύθηκαν σε άλλες χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Αν εξαιρέσει κανείς την Κίνα του Μάο όπως την φαντάζεται ο Αλέξης Τσίπρας, η Κούβα είναι το πιο ανθρώπινο πρόσωπο του σοσιαλισμού στον 20 αιώνα και, ως εκ τούτου, παραμένει στο απυρόβλητο.

Αποτελεί ειρωνεία της τύχης ότι, όπως φαίνεται, εισαγάγαμε πρόσφατα ένα μεταλλαγμένο είδος σοσιαλιστικής λογοκρισίας και στη χώρα μας. Δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες, γνωρίζω όμως ότι το ξαφνικό κόψιμο του Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα πριν την μετάδοση εκπομπής για τη «Γενιά των 700 ευρώ» και μιας άλλης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Κίνα μοιάζει ύποπτη. Μοιάζει ύποπτη, καταρχήν, γιατί συμβαίνει σε μια χώρα όπου το κράτος λαφυραγωγείται ανελέητα από τα κόμματα και η κρατική τηλεόραση σπανίως μένει εκτός της λεηλασίας. Καμιά κυβέρνηση δε θέλει να τις υπενθυμίζουν τις αποτυχίες της και καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν έχει νιώσει ποτέ ενδοιασμούς για τη χειραγώγηση των μέσων που έχει στον έλεγχό της. Μοιάζει ύποπτη, επίσης, γιατί η ΕΡΤ είναι αυτή που θα μεταδώσει σε λίγους μήνες τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου. Αν, μάλιστα, υπάρχει όντως κάποια σύνδεση ανάμεσα στο ψαλίδι του ΡΧΣ και τον κινεζικό δάκτυλο, έστω και από σπόντα ή από υπερβάλλοντα ζήλο της ίδιας της ΕΡΤ, τότε έχει συμβεί το εξής καταπληκτικό: Μέσα από τις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και χάριν των εμπορευματοποιημένων Ολυμπιακών Αγώνων έχουμε εισαγάγει στην χώρα μας σοσιαλιστικού τύπου κινεζική λογοκρισία. Αλλά τι λέω; Αυτό συνέβη ήδη μια φορά από την ΕΡΤ, όταν φρόντισε να κρύψει από τους Έλληνες τηλεθεατές τα παρατράγουδα της ολυμπιακής φλόγας στην χώρα μας.

Είναι κάτι τέτοιες «ωραίες» και μπερδεμένες ιστορίες –εφόσον αληθεύουν- που περιπλέκουν κάπως τα πράγματα και με κάνουν σκεπτικιστή απέναντι στην μονοσήμαντη αλήθεια που προσφέρει κάποιες φορές ο Στέλιος Κούλογλου. Ο κακός καπιταλισμός δεν φταίει πάντα για όλα, οι συνένοχοι μπορούν να είναι πολλοί και οι αποχρώσεις γκρίζες. Ο Ούγκο Τσάβες δεν είναι είτε ήρωας, είτε ρεμάλι. Μπορεί ταυτόχρονα να είναι υπερασπιστής των δικαιωμάτων των φτωχών κατοίκων της Βενεζουέλας και παράλληλα πονηρότατος λαϊκιστής. Ο Τσε δεν ήταν άγιος και οι Αμερικανοί δεν είναι πάντα κακοί ή πάντα πίσω απ’ όλα. Αν μη τι άλλο, η CIA –διάολε!- απλώς δεν είναι τόσο έξυπνη! (Και επειδή τώρα το θυμήθηκα, για όνομα του θεού, το ντόπινγκ δεν οφείλεται στην εμπορευματοποίηση του αθλητισμού, όπως ισχυρίστηκε πρόσφατα η Αλέκα Παπαρήγα. Ακόμα χλιμιντρίζουν κάποιοι σύντροφοι και κάποιες συντρόφισσες στην Ανατολική Γερμανία και τη Ρωσία από την ντόπα που είχαν φάει τις δεκαετίες του ’70 και του ‘80.)

Αλλά δεν χρειάζεται ούτε να τον συμπαθώ, ούτε να συμφωνώ ιδεολογικά μαζί του, ούτε να είμαι φανατικός θαυμαστής του Κούλογλου και του ΡΧΣ για να εξεγερθώ κατά της απόφασης της ΕΡΤ, εφόσον –ξαναλέω- αληθεύουν όσα καταγγέλλει ο δημοσιογράφος. Και αυτή η ιδιαίτερα αντιδημοκρατική ευχαρίστηση με την οποία συγκατανεύουμε σε αυτού του είδους τις ειδήσεις, όποτε αφορούν ανθρώπους με τους οποίους διαφωνούμε, με εκνευρίζει τρομερά. Θυμάμαι, πριν από μερικούς μήνες, να πετυχαίνω μια εκπομπή του Κούλογλου για τον κομμουνισμό και να αναρωτιέμαι πως κατάφερε να επιβιώσει. Χάρηκα, αν μη τι άλλο, γιατί η επιβίωση του ΡΧΣ έδειχνε κάποια μορφή αξιοκρατίας και αποδείκνυε ότι στην ΕΡΤ παρέμειναν και άνθρωποι που δεν αποπνέουν γαλάζια συντηρητικούρα τύπου Κοττάκη. Μπα...

Υ.Γ. Α! Και αν το ΡΧΣ είναι όντως πολύ ακριβό, ας κόψουν τους μισθούς του Παπαδημητρίου, του Κατσαρού, της Καραμανλή και των τριών βετεράνων «σχολιαστών» που μας πουλάνε οπαδιλίκι και ποδοσφαιρική ανάλυση της κακιάς ώρας κάθε Κυριακή βράδυ –ένας θεός ξέρει για πόσα αδικοχαμένα λεφτά. Γιατί, όπως καταλάβατε, πιο πολύ και από την λεηλασία της ΕΡΤ από την κυβέρνηση, μου την σπάει η λεηλασία της από τον ΠΟΚ…